Το Εύρω-Μέρισμα (Euro-Dividend)

03/07/2013 BY PHILIPPE VAN PARIJS                                                                   Basic income earth network        

 

vanparijs

 

Η κριτική είναι εύκολη. Το να προτείνεις κάτι είναι πιο δύσκολο. Ορίστε μια πρόταση, απλή και ριζοσπαστική, κι όμως — όπως θα επιχειρηματολογήσω — λογική και επείγουσα.

Θα το αποκαλέσω Εύρω-Μέρισμα. Συνιστάται στην πληρωμή ενός μέτριου βασικού εισοδήματος σε κάθε νόμιμο κάτοικο της Εύρωπαϊκής Ένωσης ή τουλάχιστον του υποσυνόλου που αποτελείται από τα κράτη-μέλη τα οποία είτε ανήκουν στην ευρωζώνη είτε πρόκείται να μπούν. Αυτό το εισόδημα παρέχει στον κάθε κατοίκο ένα καθολικό και άνευ όρων πάτωμα το οποίο μπορεί να συμπληρωθεί από εισόδημα εργασίας, εισόδημα από κεφάλαια, αλλά και από κοινωνικά επιδόματα. Το συγκεκριμένο ύψος του μπορεί να διαφέρει από χώρα σε χώρα, σύμφωνα με το κόστος ζωής. Μπορεί επίσης να είναι χαμηλότερο για τους νέους και υψηλότερο για τους ηλικιωμένους. Θα έπρεπε να χρηματοδοθεί μεσώ ΦΠΑ. Για να χρηματοδοθεί ένα Εύρω-Μέρισμα μεσαίους ύψους 200 ευρώ το μήνα για κάθε κάτοικο της ΕΕ, χρειάζεται η βάση της εναρμοσμένης προστιθέμενης αξίας της ΕΕ να φορολογηθεί μ’ένα συντελεστή περίπου των 20%, ενώ η συνολική επιβάρυνση του ΑΕΠ της ΕΕ θα πλησιάζει το 10%.

Γιατί χρειαζόμαστε ενά τέτοιο άνευ προηγουμένου μηχανισμό; Για τέσσερις λόγους. Ο πιο επείγον σχετίζεται με την κρίση στην ευρωζώνη. Πώς γίνεται οι ΗΠΑ να έχουν λειτουργήσει επιτυχώς για πολλές δεκαετίες με ένα μοναδικό νόμισμα, παρόλες τις οικονομικές παρεκλίσεις ανάμεσα στις 50 πολιτείες και την διαφορετική οικονομική ισχύ της κάθε μίας, ενώ η ευρωζώνη βρίσκεται σε βαθιά κρίση μετά από μόλις μία δεκαετία; Από τον Μίλτον Φρίντμαν εώς τον Αμαρτύα Σεν, οι οικονομολόγοι μάς έχουν προειδοποίησει επανειλημμένα: Η Ευρώπη στερείται δύο απορροφητικών μηχανισμών, οι οποίοι στις ΗΠΑ δρούν ως ισχυρά όπλα απέναντι στην αδυναμία της κάθε πολιτείας να πραγματοποιήσει νομισματικές προσαρμογές.

 

Το πρώτο από αυτά είναι η μετανάστευση ανάμεσα στις πολιτείες. Το ποσοστό των κατοίκων των ΗΠΑ που μετακομίζει πρός άλλη πολιτεία σε οποιαδήποτε περιόδο είναι περίπου έξι φορές μεγαλύτερο από το αντίστοιχο ποσοστό των κατοίκων της ΕΕ. Μπορεί οι Ευρωπαίοι να γίνουν κάπως πιο ευκίνητοι. Όμως η οχυρωμένη γλωσσική μας ποικιλία βάζει πολύ αυστηρά όρια στο εώς πού μπορούμε να αναμένουμε — ή μάλλον να ελπίζουμε — κάποια ενίσχυση αυτού τού πρώτου μηχανισμού. Ένας άνεργος δεν θα μεταναστεύσει ποτέ τόσο εύκολα από την Αθήνα στο Μόναχο όσο γίνεται από το Ντήτροϊτ στο Άυστιν.

Ο δεύτερος ισχυρός απορροφητικός μηχανισμός της ζώνης του δολαρίου αποτελείται από ένα αυτόματο σύστημα μεταβίβασης πόρων που εφαρμόζεται βασικά με την λειτουργία ενός κράτους πρόνοιας, το οποίο είναι οργανωμένο και χρηματοδοτούμενο σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Έαν το Μίσιγκαν ή το Μισούρι υποφέρει οικονομικά, δεν θα πέσει σ’ένα φαύλο κύκλο προς τα κάτω. Εκεί η ανεργία όχι μόνο απαλύνεται μέσω της μετανάστευσης, αλλά έπι πλέον εξ αιτίας τόσο μιάς φορολογικής αναστολής όσο και του διευρυμένου όγκου των κοινωνικών παροχών. Με αυτό τον τρόπο, ένα αυξανόμενο μέρος των κοινωνικών εξόδων χρηματοδοτείται ντε φάκτο από την υπολοίπη χώρα. Ανάλογα με την επιλεγμένη μεθοδολογία, η εκτίμηση του όγκου αυτής της αυτόματης ανακατανομής κυμαίνεται μεταξύ 20% και 40%. Αντιθέτως, στην ΕΕ, η μείωση των ελλειμάτων ενός κράτους μέλους μέσω της αναπροσαρμογής των καθαρών μεταβίβασεων μεταξύ κρατών παραμένει κάτω από το 1%. Δεδομένης της στενής προοπτικής του μεταναστευτικού μηχανισμού, η ευρωζώνη απλώς δεν μπορεί να παραμελήσει αυτό το δεύτερο. Ποιά θα έπρεπε να είναι η μορφή του; Δεν θα μετατρέψουμε ούτε θα έπρεπε ποτέ να μετατρέψουμε την ΕΕ σ’ένα «μέγα» κράτος πρόνοιας. Χρειαζόμαστε κάτι πιο μετριοπαθές, πολύ πιό απλό και ελαφρύ, πιό ενιαίο και γιαυτό το λόγο πιό συμβατό με την αρχή της επικουρικότητας της ΕΕ. Έαν η νομισματική μας ένωση θέλει να είναι βιώσιμη, πρέπει να οπλιστεί  με μία σειρά νέων εργαλειών. Ένα απ’αυτά τα εργαλεία θα είναι ένας απορροφητικός μηχανισμός, ο οποίος δεν μπορεί παρά να είναι κάτι σαν Εύρω-μέρισμα.

Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο χρειαζόμαστε ένα τέτοιο «δι-εθνικό» μηχανισμό ανακατανομής πόρων αφορά την ΕΕ ως σύνολο. Η γλωσσική και πολιτιστική ποικιλία της ευρωπαϊκής ηπείρου όχι μόνο αυξάνει το κόστος της ενδοευρωπαϊκής μετανάστευσης και στη συνέχεια την καθιστά λιγότερο ελκυστική για τα αφορούμενα ατόμα. Επι πλέον μειώνει τα πλεονεκτήματα και αυξάνει τα κόστη της για τις αφορούμενες χώρες. Τόσο η οικονομική όσο και η κοινωνική ένταξη στο νέο περιβάλλον χρειάζεται περισσότερο χρόνο, απαιτεί περισσότερα διοικητικά και εκπαιδευτικά μέσα, και δημιουργεί περισσότερες μακροχρόνιες εντάσεις, συγκριτικά με την μετανάστευση από μια πολιτεία των ΗΠΑ στην άλλη. Όταν μετανάστες από φτωχότερες χώρες εισρέουν στις πλουσιότερες περιοχές του κέντρου, η αίσθηση μιας εισβολής από μη αφομοιωμένα πλήθη οδηγεί σε μία στροφή προς την επανίδρυση χοντρών τοίχων και αντιτίθεται τόσο στην ελεύθερη κυκλοφορία όσο και στην μη-διάκριση. Όμως υπάρχει μια εναλλακτική λύση: Η οργάνωση μιας συστηματικής ανακατανομής πόρων από το κέντρο προς την περιφέρεια. Ο κόσμος δεν θα αναγκαστεί πιά να ξεριζωθεί και να οδηγηθεί μετά βίας μακριά από τους συγγενείς και τις κοινότητες του, μόνο για να εξασφαλίσει την επιβιωσή του. Αντιθέτως, οι πληθυσμοί θα σταθεροποιηθούν αρκετά ώστε η μετανάστευση να γίνει απορροφήσιμη στις ελκυστικές χώρες και να πάψει να εξασθενεί τις περιφερειακές περιοχές. Έαν θέλουμε να έχει πολιτική διάρκεια και κοινωνικο-οικονομική αποτελεσματικότητα, μία ΕΕ με ελεύθερη εσωτερική μετανάστευση πρέπει να εφαρμόσει κάτι σαν το Ευρω-μέρισμα.

Τρίτον και πιο βασικό, η ελεύθερη διακίνηση του κεφαλαίου, του ανθρώπινου κεφαλαίου όπως και των αγαθών και των υπηρεσιών πέρα των συνόρων των κρατών μελών διαβρώνει την ικανότητα του κάθε κράτους να πετύχει τους στόχους ανακατανομής τους οποιούς έφτανε άνετα στο παρελθόν. Τα κράτη μέλη δεν είναι πια κυρίαρχα κράτη, ικανά να αποφασίζουν δημοκρατικά για τις  προτεραιοτητές τους και να πραγματοποιούν την αλληλεγγύη ανάμεσα στους πολίτες τους. Όλο και περισσότερο αναγκάζονται να συμπεριφέρονται σαν εταιρείες που δρούν κάτω από τον ψυχαναγκασμό της ανταγωνιστικότητας, επικεντρωμένες στην έλξη και την διατήρηση του χρηματικού όπως και του ανθρώπινου κεφαλαίου τους, πρόθυμες να απαλλαχθούν από κάθε κοινωνική δαπάνη που δεν μπορεί να πουληθεί ως επένδυση και να αποφύγουν κάθε μέτρο που θα μπορούσε να ελκυεί κοινωνικούς τουρίστες ή άλλο μη παραγωγικό πληθυσμό. Δεν είναι πια η δημοκρατία που επιβάλλει τους κανόνες της στις αγορές και τις χρησιμοποιεί γιά δικούς της σκοπούς. Αντιθέτως, είναι η ενιαία αγορά η οποία επιβάλλει τους δικους της νόμους στις δημοκρατίες και τις αναγκάζει να δώσουν κορυφαία πρωτεραιότητα στην ανταγωνιστικότητα. Εάν προκείται οι διάφοροι τρόποι οργάνωσης της κοινωνικής αλληλεγγύης να σωθούν από τον φορολογικό και κοινωνικό ανταγωνισμό, ένα μέρος της αλληλεγγύης  πρέπει να τοποθετηθεί σ’ένα υψηλότερο επίπεδο. Η ισχύς και η ποικιλία των κρατών πρόνοιας της ΕΕ δεν θα επιζήσει της δολοφονικής πίεσης της ανταγωνιστικότητας, εκτός κι αν η ενιαία ευρωπαϊκη αγορά λειτουργήσει πάνω στη βάση ενός μηχανισμού όπως το Ευρω-μέρισμα.

Τέλος, σε όλες τις διαστάσεις της λειτουργίας της ΕΕ έχει σημασία οι αποφάσεις να θεωρούνται νόμιμες, ώστε οι κυβερνήσεις και οι πολίτες να μην αισθάνονται ότι δικαιούνται να τις παρακάμψουν με οποιοδήποτε τρόπο. Ένας σημαντικός παράγοντας είναι το κατά πόσο οι πολίτες αντιλαμβάνονται αρκετά χειροπιαστά ότι η Ένωση κάνει κάτι γιά όλους και όχι μόνο για την ελίτ, αλλά και για τους μετανάστες, γι’αυτούς που αρπάζουν τις νέες ευκαιρίες, όπως και για τα κάτω στρώματα, για τους αποκλεισμένους, γι’αυτούς που παραμένουν στα σπίτια τους. Με την δημιουργία του πρώτου συστήματος δημόσιας συνταξιοδότησης στον κόσμο, ο Μπίσμαρκ βοήθησε στο να ενισχυθεί η τότε εύθραυστη νομιμότητα της ενωμένης Γερμανίας. Εάν πρόκειται η Ένωση να είναι κάτι παρά πάνω από μιά άκαρδη γραφειοκρατία στα μάτια του λαού, εάν θέλει να γίνει αντιληπτή ως μία Ευρώπη που φροντίζει, με την οποία όλοι μπορούν να ταυτιστούν, θα χρειαστεί να βρεί έναν τρόπο να χτίσει κάτι εντελώς καινούργιο και άνευ προηγουμένου: έναν καθολικό Ευρω-μέρισμα.

Μήπως υπάρχουν σοβαρές αντιρρήσεις σ’αυτή την πρόταση; Και φυσικά υπάρχουν. Ορισμένοι π.χ. μπορούν να αμφισβητούν την ορθότητα της επιλογής του ΦΠΑ ως πηγή χρηματοδότησης του σχεδίου. Το ΦΠΑ είναι όντως η πιο εξευρωπαϊσμένη απ’όλες τις κύριες μορφές φορολόγησης. Όμως δεν θα είχε περισσότερο νόημα να χρησιμοποιηθεί π.χ. ένας φόρος Τόμπιν[1] ή ένας φόρος επί του άνθρακα; Μπορούμε να το κάνουμε, όμως το ποσό που μπορεί να μαζευτεί με αυτούς τους φόρους, με βάση πολύ αισιόδοξες εκτιμήσεις, δεν θα φτάσει παρά για ένα μηνιαίο Ευρω-μέρισμα ύψους 10 εώς 14 ευρώ. Τότε γιατί να μη χρησιμοποιήσουμε τον πιο προοδευτικό (σταδιακό) φόρο εισοδήματος; Επειδή ο ορισμός της φορολογικής βάσης του φόρου εισοδήματος διαφέρει πολύ από χώρα σε χώρα και επειδή εδώ πρόκειται για καυτό πολιτικό θέμα. Πέραν αυτού, ο σημερινός φόρος εισοδήματος ντε φάκτο δεν είναι παρά ελάχιστα πιό προοδευτικός (σταδιακός) από το ΦΠΑ. Έαν προστίθεται στους εθνικούς συντελεστές, ο προτεινόμενος συντελεστής των 20% δεν θα καθιστά το ΦΠΑ συνολικά μή βιώσιμο; Δεν χρειάζεται να προστεθεί στους εθνικούς συντελεστές που έχουμε σήμερα: Εφ’όσον υπάρχει Ευρω-μέρισμα, τα κοινωνικά έξοδα των κρατών μελών θα μπορέσουν και θα πρέπει κιόλας να μειωθούν, ενώ οι εισφορές του φόρου εισοδήματος θα αυξάνονται ως άμεση συνέπεια της σκέτης παρουσίας του.

Άλλοι ενδεχομένως να φέρουν ως αντίρρηση το γεγονός ότι ο καθένας από τους τέσσερις σκοπούς του θα μπορούσε να επιτυγχάνεται καλύτερα με κάποια πιο περίπλοκα, πιο έξυπνα μέτρα. Τα περισσότερα απ’αυτά τα επιχειρήματα ίσως θα είναι ορθά. Απλώς, ισχυρίζομαι ότι κανένα άλλο διαχειρήσιμο μέτρο δεν θα εξυπηρετούσε όλους αυτούς τους σκοπούς όντας ταυτόχρονα κατανοητό γιά τον απλό ευρωπαίο πολίτη.

Πιο ουσιαστική φαίνεται η αντίρρηση κατά την οποία, όσο επιθυμητοί κι αν είναι οι στόχοι αυτού του μέτρου, θα ήταν ανήθικο να δίνουμε σε όλους κάτι χωρίς αντάλλαγμα. Αυτή η αντίρρηση βασίζεται σε μία παρεξήγηση. Ένα Ευρω-μέρισμα δεν είναι μια άδικη ανακατανομή των καρπών της σκληρής δουλείας ενός τίμιου εργάτη. Μάλλον αποτελεί ένα μοίρασμα σε όλους τους ευρωπαίους κατοίκους — με τη μορφή ενός μέτριου βασικού εισοδήματος — μιας μερίδας του κέρδους της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Πόσο επικερδές είναι το γεγονός ότι δεν έχουμε να κάνουμε πόλεμο μεταξύ μας; Πόσο μας έχει οφελήσει ο αυξανόμενος ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων μας ή ακόμα η δυνατότητα της μετατόπισης των παραγωγικών δυνάμεών μας όπου έχουν μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στην Ευρώπη; Κανείς δεν το ξέρει είτε πρόκειται ποτέ να το μάθει. Το μόνο που όμως είναι βέβαιο, είναι το γεγονός ότι αυτά τα κέρδη μοιράζονται με πολύ άδικο τρόπο στον ευρωπαϊκό πληθυσμό, ανάλογα με το εάν μετακομίζει εύκολα ή όχι, ανάλογα με το κατά πόσο η κατάσταση που δημιούργησε η ευρωπαϊκή ενοποίηση είχε σαν αποτέλεσμα μία μείωση των τιμών κατανάλωσης ή μία ανατιμήση των προσόντων του. Ένα μέτριο Ευρω-μέρισμα είναι απλώς ένας ευθής και αποτελεσματικός τρόπος να εξασφαλιστεί ότι ένα μέρος από αυτά τα κέρδη θα φτάσει στον κάθε Ευρωπαίο με τρόπο χειροπιαστό.

Μήπως το Ευρω-μέρισμα είναι μια ουτοπική πρόταση; Και φυσικά είναι, όπως ουτοπική ήταν και η ΕΕ καθεαυτή εώς που, σχετικά πρόσφατα, ιδρύθηκε. Με την ίδια έννοια ουτοπικό ήταν και το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης εώς που ο Μπίσμαρκ άρχισε να το χτήζει. Αλλά ο Μπίσμαρκ δεν δημιούργησε το κοινωνικό θεσμό της σύνταξης επειδή το ήθελε η καλή του καρδιά. Το έκανε διότι ο κόσμος τότε είχε αρχίσει να κινητοποιείται με σκοπό να φέρει ακραίες αλλαγές σ’όλο το γερμανικό ράϊχ, το οποίο εκείνος προσπαθούσε να ενοποιήσει. Άρα τι περιμένουμε; 

Eλληνική μερτάφραση: Bernard Kundig

 


[1] Ο Νομπελίστας Τόμπιν πρότεινε να φορολογηθούν οι χρηματιστικές συναλλαγές (σημείωμα του   μεταφραστή).