Σε ποιο επίπεδο θα είναι ριγμένο το ατομικό και άνευ όρων βασικό εισόδημα; Αν είναι στο επίπεδο του εγγυημένου εισοδήματος που απολαμβάνει επί του παρόντος κάθε μέλος ενός ζευγαριού, το ποσό πρόκειται να υπολείπεται κατά πολύ αυτό που απαιτείται από κάποιον που δεν έχει άλλη επιλογή, παρά να μένει μόνος του. Αν είναι στο επίπεδο που χορηγείται σήμερα σε ένα μόνο πρόσωπο, τα αποτελέσματα του κόστους, σε ορισμένες χώρες, εν πάση περιπτώσει, είναι πρωτοφανής. Και πάλι δεν πρόκειται ακριβώς για ένα θέμα δημοσιονομικού κόστους. Υπάρχει ένα αμείωτο διανεμητικό κόστος κατά την έννοια μίας δραματικής μετατόπισης της αγοραστικής δύναμης από ενός ενήλικα ή πολλών ενηλίκων νοικοκυριά. Και υπάρχει επίσης ένα αμείωτο οικονομικό κόστος, κυρίως λόγω μίας σημαντικής αύξησης στα οριακά ποσοστά που απαιτούνται προκειμένου να χρηματοδοτηθούν οι δαπάνες για αυτό το ενισχυμένο βασικό εισόδημα. Υπάρχει επομένως, βραχυπρόθεσμα, εν πάση περιπτώσει, ένα δίλημμα μεταξύ στο να δοθεί ένα πλήρως εξατομικευμένο αλλά ανεπαρκές βασικό εισόδημα και σε ένα επαρκές αλλά διαμορφωμένο σύμφωνα με το νοικοκυριό (δείτε Brittan & Webb 1991, Brittan 1995). Σημειώστε, ωστόσο, ότι αυτό το δίλημμα δεν πρέπει να συγχέεται με ένα δίλημμα μεταξύ κάνοντας ορισμένα νοικοκυριά ανεπίτρεπτα φτωχά (με ένα πολύ χαμηλό εξατομικευμένο βασικό εισόδημα) και υποβολή όλων των οικογενειών για αόριστο χρονικό διάστημα σε έναν έλεγχο των ρυθμίσεων διαβίωσης (με ένα επαρκές, αλλά εξαρτώμενο από το νοικοκυριό βασικό εισόδημα). Ακόμη και κάτω από τους βραχυπρόθεσμους περιορισμούς στα κόστη, το τελευταίο δίλημμα δεν ευσταθεί, για να είναι δυνατόν να φανταστούμε ένα αυστηρά ατομικό αλλά ανεπαρκές “μερικό” βασικό εισόδημα για όλους, συνδυασμένο με μια πολύ συρρικνωμένη υπολειμματική βασιζόμενη στα μέσα / βασιζόμενη στα νοικοκυριά κοινωνική πρόνοια για τον μειωμένο αριθμό εκείνων που, παρά το επίπεδο που παρέχεται από το βασικό εισόδημα του νοικοκυριού, δεν κερδίζουν αρκετά για να φτάσουν το όριο εισοδήματος, από το οποίο η βασιζόμενη στα μέσα βοήθεια δεν υπάρχει. [Εικ. 7] Θεωρώντας ότι δεν εκλαμβάνεται ως ένα πλήρως άμεσο υποκατάστατο για την υπάρχουσα κοινωνική πρόνοια, ένα τέτοιο μερικό βασικό εισόδημα παρέχει έναν ελκυστικό τρόπο για χειρισμό όλων των πραγματικών προβλημάτων κόστους – εκείνων που απορρέουν από τα κίνητρα για τα χαμηλά εισοδήματα και εξατομίκευση – που θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα πλήρες βασικό εισόδημα (δείτε π.χ. Gilain & Van Parijs 1995 για μια προσομοίωση της διανεμητικής επίπτωσης ενός τέτοιου μερικού βασικού εισοδήματος στην περίπτωση του Βελγίου).