Εάν μπορείτε να έχετε ολόκληρο το βασικό εισόδημά σας, είτε εργάζεστε ή όχι, είτε είστε πλούσιοι ή φτωχοί, είναι βέβαιο πως θα είστε σε καλύτερη θέση όταν εργάζεσθε απʼ ότι όταν είστε άνεργοι. [Σχήμα. 2] Ωστόσο, αυτή η πτυχή της παγίδας της ανεργίας μπορεί να αφαιρεθεί εξίσου αποτελεσματικά, όπως φαίνεται, με ένα σύστημα οικονομικής αξιολόγησης βάσει εισοδήματος που θα καταργεί σταδιακά και λιγότερο απότομα τα επιδόματα καθώς αυξάνουν οι αποδοχές. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω του λεγόμενου αρνητικού φόρου εισοδήματος, μια ομοιόμορφη και αποδοτέα πίστωση φόρου. Η έννοια του αρνητικού φόρου εισοδήματος εμφανίζεται για πρώτη φορά στα γραπτά του Γάλλου οικονομολόγου Augustin Cournot (1838). Προτάθηκε, εν συντομία, από τον Milton Friedman (1962), ως ένας τρόπος περιορισμού του κοινωνικού κράτους πρόνοιας, και διερευνήθηκε σε μεγαλύτερο βάθος από τον James Tobin (1965, 1966, 1967, 1968) και τους συνεργάτες του, ως ένα μέσο για την καταπολέμηση της φτώχειας, διατηρώντας παράλληλα τα κίνητρα για εργασία . Στο πλαίσιο ενός ρητού χρονοδιαγράμματος φορολόγησης, το οποίο δεν φορολογεί κανένα εισόδημα στο 100% και το οποίο μπορεί να είναι, αλλά δεν χρειάζεται να είναι εξ ορισμού γραμμικό, ο αρνητικός φόρου εισοδήματος ισοδυναμεί με μείωση της φορολογικής οφειλής του κάθε νοικοκυριού (με δεδομένη σύνθεση) κατά το ίδιο σταθερό μέγεθος, ενώ πληρώνεται ως επίδομα η διαφορά μεταξύ αυτού του μεγέθους και της φορολογικής οφειλής όποτε η διαφορά αυτή είναι θετική. [Σχήμα. 3] Έστω ότι το σταθερό μέγεθος της πίστωσης φόρου είναι συντονισμένο στο ίδιο επίπεδο με αυτό κάποιου βασικού συστήματος εισοδήματος το οποίο εξετάζουμε. Κάποιος που δεν έχει εισόδημα, και ως εκ τούτου καμία υποχρέωση καταβολής φόρου εισοδήματος θα λάβει ένα ποσό ίσο με το βασικό εισόδημα. Όσο αυξάνει το εισόδημα, το επίδομα θα συρρικνώνεται, όπως στην περίπτωση των συμβατικών συστημάτων οικονομικής αξιολόγησης βάσει εισοδήματος, αλλά με βραδύτερο ρυθμό, και μάλιστα σε ποσοστό που θα κρατήσει το εισόδημα ακριβώς στο ίδιο επίπεδο με το αντίστοιχο σύστημα βασικού εισοδήματος. [Σχήμα. 3 και Σχήμα. 4] Η παραλλαγή του ΑΦΕ συνίσταται απλώς στον συμψηφισμό των φόρων και των επιδομάτων. Υπό ένα σύστημα βασικού εισοδήματος, τα έσοδα που απαιτούνται για την χρηματοδότηση της καθολικής πίστωσης φόρου του ΑΦΕ συγκεντρώνονται και πληρώνονται σε όλους τους δικαιούχους. Υπό τον ΑΦΕ, οι μεταφορές γίνονται προς μια μόνο κατεύθυνση: θετικές μεταφορές (ή αρνητική φορολόγηση) για τα νοικοκυριά που βρίσκονται κάτω από το λεγόμενο νεκρό σημείο, αρνητικές μεταφορές (ή θετική φορολόγηση) για τα νοικοκυριά που βρίσκονται πάνω από αυτό. [Σχήμα. 3]